Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Πάφρα του Πόντου, η ψυχή του αντάρτικου...

Πάφρα του Πόντου, η ψυχή του αντάρτικου...

antartes_933416261.jpg

Η 19η Μαΐου, είναι η θεσμοθετημένη από την ελληνική πολιτεία, ως ημέρα μνήμης και δεν είναι άλλη από την αποφράδα εκείνη ημέρα που ο ηγέτης των νεότουρκων και κατοπινός κυβερνήτης της Τουρκίας, Μουσταφά Κεμάλ, αποβιβάζεται στη Σαμψούντα του Πόντου για να αρχίσουν και πάλι επιχειρήσεις εξόντωσης του ελληνοχριστιανικού στοιχείου της Οθωμανικής επικράτειας, αυτή τη φορά στις αρχές του 20ού αιώνα.

Η ονομασία Πόντος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη βασιλεία του Μιθριδάτη του Στ΄ (του επονομαζόμενου "Ευπάτωρ", 120-63 π.Χ.) και συμπεριλάμβανε αρχικά τις περιοχές της Παφλαγονίας και της Βόρειας Καππαδοκίας. Κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη των κατά καιρούς αυτόνομων διοικητικών περιφερειών του Πόντου, αποτέλεσε η Πάφρα, μια πόλη με παρουσία μακραίωνη όσο και η Τροία, με αναφορές από την Ιλιάδα και έπειτα και που στο πέρασμα των αιώνων αποτελούσε το κέντρο των πολεμικών επιχειρήσεων των βασιλείων και αργότερα των κατοίκων της περιοχής.

Έτσι, μέσα από τους αγώνες, διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας του ποντιακού κόσμου, τραχύς και ευαίσθητος ταυτόχρονα, ευμετάβλητος και αμετακίνητος παράλληλα, αλλά και ευπροσάρμοστος στις όποιες συνθήκες βρεθεί, για να του απονεμηθούν τα εύσχημα από τον Γάλλο γεωγράφο και ιστορικό Revel που επισκέφθηκε την περιοχή το 1850, ταξίδεψε με μαούνα στον ποταμό Άλυ και έγραψε στο βιβλίο του 'Ταξίδια στον ποταμό Άλυ-Κιζίλ ιρμάκ" (εθν.βιβλ.Παρισίων): " οι παρά τον ποταμό Άλυ κατοικούντες Έλληνες μεταξύ Πάφρας και Νεαπόλεως (Βεζύρ Κιοπρού) είναι τοιούτοι, ώστε ο ταξιδιώτης θαυμάζει τον πατριωτισμό τους και την ανδρεία τους. Είναι φιλόξενοι, τίμιοι και εργατικοί και διακρίνονται για την πίστη τους στα Ελληνοχριστιανικά ιδεώδη, λίγοι μόνο μιλούν ελληνικά και μερικοί γαλλικά. Θυσιάζονται για την πατρίδα και τη θρησκεία και εγώ είχα την τύχη να ζήσω μαζί τους για ένα μήνα......... τι κρίμα να μην έχουμε και εμείς στη Γαλλία ένα τέτοιο λαό".

Αυτό λοιπόν το κομμάτι του ελληνισμού, δε θα μπορούσε να μη στιγματίσει με τη θυσία του, το ξεκίνημα του προηγούμενου αιώνα, 100 σχεδόν χρόνια πριν, στο όνομα της πατρίδας και της θρησκείας. Είναι ένας κατατρεγμένος λαός που μεταξύ του 1600 και 1700 μ.Χ. έγινε στόχος εξισλαμισμού με τα μέτρα που έλαβαν, όπως:

α) πυρπόλησαν όλα τα ελληνικά σχολεία και τις χριστιανικές εκκλησίες στην Πάφρα και στα χωριά της

β)απαγόρευσαν με την ποινή του θανάτου την ελληνική γλώσσα, τους υποχρέωσαν να ομιλούν μόνο την τουρκική και τους στέρησαν τη δυνατότητα μετακίνησης στα γειτονικά ελληνικά χωριά

γ)εφήρμοσαν παιδομάζωμα σε ηλικίες 8-12, με το πρόσχημα της μεταφοράς τους σε τουρκικές πόλεις για να διδαχθούν τουρκική γραφή και ανάγνωση. Δεν επέστρεψαν ποτέ και δεν έμαθε κανείς για την τύχη τους

δ)προκειμένου να αλλοιώσουν την αναλογία των πληθυσμών μετέφεραν Τούρκους και Άραβες από την υπόλοιπη επικράτεια

ε)υποχρέωσαν σε στράτευση άρρενες 14-60 ετών και τους μετέφεραν σε απομακρυσμένες περιοχές για να εκτελούν αγγαρείες. Λίγοι επέστρεψαν σπίτια τους

στ)σε κάθε Έλληνα Χριστιανό έδιναν τούρκικο όνομα και με αυτό πλέον ήταν γνωστός και μόνο έτσι μπορούσε να επικοινωνεί και να συναλλάσσεται

ζ)απαγόρευσαν επί ποινή θανάτου την άσκηση των χριστιανικών τους καθηκόντων.

Αυτά και άλλα επιμέρους μέτρα, διαμόρφωσαν τα στοιχεία που κατά την άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα (1918-1922), ξένισαν τους ντόπιους Έλληνες που τους άκουγαν να μιλάνε μόνο την τουρκική και να φέρουν τουρκικά ονόματα. Σε ό,τι αφορά το θέμα της απώλειας της ελληνικής γλώσσας από τους Παφραίους, Καβζαλίδες, Καραμανλίδες κ.ά. ο Αρχιμανδρίτης Πανάρετος λέγει ότι απαγορεύτηκε αυστηρά, κυρίως μετά το 1666 η χρήση της. Ορισμένοι Τιμαριούχοι χρησιμοποίησαν και τη βάρβαρη μέθοδο του κοψίματος της γλώσσας των γονέων για να μη μάθουν τα παιδιά τους την πατρική γλώσσα.

Η μακρόχρονη αναγκαστική αποχή από τη χρήση της Ελληνικής γλώσσας και η καθημερινή επικοινωνία και αναστροφή με Μουσουλμάνους, κατά τον Πανάρετο, παρέδωσε στη δεύτερη και τρίτη γενεά σαν μητρική γλώσσα την τουρκική και έτσι δημιουργήθηκαν τρεις τάξεις κρυπτοχριστιανών:

Η πρώτη έχασε τη γλώσσα και τη θρησκεία, διατήρησε όμως από κληρονομική παράδοση έθιμα και συνήθειες καταγωγής, ελληνικές και χριστιανικές επενδυμένες όμως με μουσουλμανική χροιά. Αυτοί αισθάνονταν ορμέμφυτα οικειότητα προς τους χριστιανούς και κατά καιρούς ως μουσουλμάνοι προστάτευσαν χριστιανούς.

Η δεύτερη τάξη διατήρησε την ελληνική γλώσσα στο σπίτι και λησμόνησε τη θρησκεία. Διατήρησε τύπους χριστιανικούς, λατρείας, σεβασμού στους Αγίους και στη Θεοτόκο. Είχαν φανερή οικειότητα στους χριστιανούς Έλληνες, φύλαγαν κειμήλια πολύτιμα των πατέρων, Ευαγγέλια, εκκλησιαστικά βιβλία και αντικείμενα. Ομολογούσαν ότι κατάγονταν από Έλληνες και με βία εξισλαμίστηκαν. Έδιδαν στους Τούρκους τους σοφούς Ιεροδιδασκάλους και χοτζάδες και τους καλύτερους αξιωματικούς και εργάτες της θάλασσας.
Η τρίτη τάξη μιλούσε και τις δυο γλώσσες. Την ελληνική μόνο στο σπίτι. Εξωτερικά εμφανίζονταν σαν Μουσουλμάνοι. Με την πάροδο του χρόνου αύξησαν περισσότερο το θρησκευτικό τους ζήλο και έγιναν εσωτερικά ακλόνητοι Χριστιανοί. Πιο αφοσιωμένοι στα πάτρια, στη λατρεία και στα ελληνικά ιδανικά της φυλής. Αυτοί αποτέλεσαν και τον πυρήνα διατήρησης του ελληνοχριστιανισμού στην περιοχή.

Παρά τις αντίξοες συνθήκες που διαμορφώθηκαν ο ελληνισμός του Πόντου, προσπάθησε και κατάφερε να σταθεί αντάξιος των επιταγών της φυλής και υπέμενε το μένος των Οθωμανών κάθε που στον ελλαδικό χώρο, παρουσιάζονταν επαναστατικά κινήματα και κατόπιν με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, νικηφόρες μάχες και απελευθέρωση εδαφών. Έτσι τον Οκτώβριο του 1912 με την κήρυξη του Βαλκανικού πολέμου, Ρωμιοί και Αρμένιοι στρατεύονται για πρώτη φορά και στέλνονται στο μέτωπο της Μακεδονίας. Ο αποδυναμωμένος ποντιακός πληθυσμός μένει ξανά στο έλεος των αποσπασμάτων που με το πρόσχημα του ανεφοδιασμού του στρατού, πότε ληστεύουν και πότε αφαιρούν χωρίς προσχήματα τα περιουσιακά του στοιχεία. Η άρνηση οδηγεί στις φυλακές και στην κρεμάλα. Όσοι καταφέρνουν να διαφύγουν την επιστράτευση, εγκαταλείπουν τον Πόντο με Αυστριακό πλοίο, για να καταταγούν εθελοντές στον ελληνικό στρατό. Τα γεγονότα αυτά γίνονται γνωστά στις τάξεις των στρατευμένων και αποφασίζουν να δραπετεύσουν με τον οπλισμό τους προς τον ελληνικό στρατό και όπου δεν ήταν εύκολο προς άλλους χριστιανικούς στρατούς, ενώ κάποιοι αποφασίζουν να γυρίσουν κρυφά στον Πόντο για να προστατέψουν τις οικογένειές τους.

Ο αυξημένος αριθμός των "λιποτακτών" οδηγεί στο να στηθούν στα μεϊτάνια της Σαμψούντας μόνιμες κρεμάλες και οι ομαδικοί απαγχονισμοί στην πλατεία του ωρολογίου ήταν καθημερινοί.

Οι επιτυχίες του ελληνικού στρατού αναπτερώνουν το ηθικό των Ποντίων και έτσι το αντάρτικο είναι η αναγκαία κατάληξη της πορείας των πραγμάτων. Ήταν μια αυθόρμητη κίνηση απόγνωσης, ένα πηγαίο ξέσπασμα οργής. Εκδηλώθηκε κατά πρώτο και κύριο λόγο στην Πάφρα, στο Νεπιέν Νταγ, μερικούς μήνες από την έναρξη του βαλκανικού πολέμου με την πρωτοβουλία του Αντών Πασά. Στη συνέχεια απλώθηκε στα βουνά της Αμισού, Αμάσειας, Έρπαα κλπ.Το αντάρτικο είχε δυο περιόδους αγώνα. Η πρώτη άρχισε επίσημα από το 1914 και έφτασε μέχρι την ανακωχή στο τέλος του 1918, όταν κατέπεσε το ηθικό των Τούρκων και σταμάτησε ο κατατρεγμός των Ελλήνων. Η δεύτερη περίοδος ξεκίνησε με την εμφάνιση του ντονμέ Κεμάλ την 19η Μαΐου 1919 στη Σαμψούντα και έφτασε μέχρι το τέλος του 1923. Κανείς δεν απέχει από το αντάρτικο εφ' όσον είναι ικανός να κρατάει όπλο, ανεξαρτήτου ηλικίας και φύλου.

Η αντίδραση των Τούρκων συνοψίζεται στη διαταγή των Νεοτούρκων στρατηγών Εμβέρ και Ταλαάτ, με ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου 1916 : " άμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικόπαιδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης". Δεν τηρήθηκε κανένα όριο στις σφαγές.

Ο Δημήτρης Ψαθάς στο βιβλίο του "Γη του Πόντου" γράφει πως γύρω από την Πάφρα καταστράφηκαν 150 χωριά. Από την παραλία της Πάφρας και Αμινσού, εκτοπίστηκαν 75.000 Έλληνες..... Ειδική μνεία κάνει στα απομνημονεύματά του και ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης: "τα βουνά της Πάφρας χαμήλωσαν και προσκύνησαν την παλικαριά και ανδρεία των ανταρτών του Κιζίλ Ιρμάκ" ενώ σε επιστολή του σε εφημερίδα των Παρισίων λέγει πως πλέον των 40.000 Παφραίων εξώσθησαν. Ο φόρος αίματος βαρύς. Στη μαύρη βίβλο του κεντρικού συμβουλίου των Ποντίων αναφέρεται πως πρώτα η Πάφρα και έπειτα η Αμινσός προσέφεραν το μεγαλύτερο φόρο αίματος και δεν είναι οι μοναδικές αναφορές.

Το αντάρτικο της Πάφρας έχει αμέτρητες γνωστές ιστορίες φρίκης, ηρωισμού και θυσίας και πολλές άγνωστες αφού δεν επέζησαν αρκετοί για να τις διηγηθούν. Θα καταγράψω δυο χαρακτηριστικές.Πρώτο περιστατικό......" στην περιοχή Ότκαγια του δυτικού Νεπιέν της Πάφρας μέσα σε μια σπηλιά που την αποκαλούσαν οι Ρωμιοί "Της Παναγίας η μάγαρα" είχαν κρυφτεί 600 γυναικόπαιδα και 60 αντάρτες με οπλαρχηγούς το Χατζηγιώργη, τον καπ. Κώστη και καπ. Παπάζογλου. Η διαταγή του αφανισμού δόθηκε από τον Ραφέτ Πασά της Σαμψούντας στον Ταλίπ τσαούς με αμοιβή 500 λίρες και όσα θα είχαν τα κουφάρια των Ελλήνων. Τέσσερις ημέρες συνεχών επιθέσεων δεν απέδωσαν και η είδηση δραστηριοποίησε τον ίδιο τον Μεχμέτ που κατέφθασε με ένα σύνταγμα και τρία ορεινά πυροβόλα. Η τρίωρη πρώτη επίθεση δεν είχε αποτελέσματα. Οι άστοχες σφοδρές επιθέσεις της δεύτερης μέρας οδηγούν στην απόφαση να περιμένει να εξαντληθούν τα πολεμοφόδια των αποκλεισμένων. Την 3η μέρα φάνηκε στην πλευρά των Ποντίων η έλλειψη πυρομαχικών. Η προσπάθεια να ζητήσει ειρήνευση και παράδοση αποτυχαίνει και έξαλλος διατάζει ο Μεχμέτ να φράξουν την είσοδο της σπηλιάς με οβίδες και ακολούθως αρχίζει γενική επίθεση. Κοντά στη σπηλιά έγινε μεγάλη μάχη. Ξαφνικά σταμάτησαν οι πυροβολισμοί και άρχισε ένα παράξενο θέαμα. Οι αντάρτες φιλιόντουσαν μεταξύ τους και αποχαιρετούσαν τα γυναικόπαιδα. Ακούστηκαν ξανά πυροβολισμοί. Αυτοκτονούσαν για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Ένας από τους τελευταίους έβγαλε άσπρη σημαία και φωνάζει πως τα γυναικόπαιδα παραδίνονται. Οι Τούρκοι μπαίνουν στη σπηλιά πατώντας στα αγκαλιασμένα πτώματα των ανταρτών και ακολούθησαν λεπτά κόλασης. Σκηνές βίας, ατίμωσης, οργίων και θανάτου πήραν σειρά για ώρες. Οι κραυγές πόνου, ντροπής, φρίκης αντιλαλούσαν στη σπηλιά της Παναγιάς χωρίς τελειωμό. Τα μπουλούκια των αποκτηνωμένων, αφού κόρεσαν όλα τα βρωμερά και βάρβαρα ένστικτά τους, έσυραν τα γυναικόπαιδα έξω από τη σπηλιά και στη συνέχεια στην πλατεία του χωριού Τζαχιούρ. Εκεί ατίμασαν ομαδικά τις γυναίκες και τα κορίτσια και τουφέκισαν τα παιδιά. Την επομένη με διαταγή του Μεχμέτ έκοψαν τα κεφάλια τριάντα ανδρών και τα έστειλαν ως τρόπαιο νίκης στον Ραφέτ. Τα τριακόσια γυναικόπαιδα που έμειναν στο τέλος της μέρας, στάλθηκαν εξορία με προορισμό την Κασταμονή, όπου έφτασαν τελικά 83 μισοπεθαμένα κορμιά".

Δεύτερο περιστατικό......"σε μια σπηλιά ήταν κρυμμένα 95 γυναικόπαιδα με δεκαπέντε αντάρτες. Ένα τάγμα Τούρκων για οχτώ μέρες έριχνε καυτό μολύβι, χωρίς να μπορούν να λυγίσουν την αντίσταση των ανταρτών. Τη δέκατη μέρα τα βόλια των ανταρτών τελείωσαν. Τα γυναικόπαιδα για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων ζήτησαν να τους σκοτώσουν οι αντάρτες. Έτσι κι έγινε. Στο τέλος οι αντάρτες αφού έσπασαν τα όπλα τους, έπεσαν στο γκρεμό και σκοτώθηκαν".

Ο Δημήτρης Ψαθάς αναφέρει χαρακτηριστικά για την περίπτωση της Πάφρας :..." στις πέντε Απριλίου του 1921 ο τουρκικός στρατός βοηθούμενος υπό τσετέδων και χωρικών άρχισε αιφνίδια επίθεση εναντίον ολόκληρης της περιφέρειας της Πάφρας. Αυτά που συνέβησαν είναι αδύνατο να περιγραφούν με την πένα. Ακολούθησαν εμπρησμοί, τουφεκισμοί, φόνοι με λόγχες, απαγχονισμοί, ατιμώσεις. Η καταστροφή κράτησε ένα μήνα. Στις πέντε Ιουνίου η πόλη της Πάφρας περικυκλώθηκε από κάθε κατηγορία σφαγέων και έδωσαν τέλος σε ότι θύμιζε το ελληνοχριστιανικό παρελθόν της". Την τύχη της Πάφρας με τα περίχωρά της και τους ΄Ελληνες κατοίκους της, είχαν παράλληλα και όλες οι πόλεις του Πόντου, που μεθοδικά φρόντισαν με εκτελέσεις και εκτοπισμούς να αφανίσουν οι Νεότουρκοι του Κεμάλ, ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο στην Οθωμανική κυριαρχία. Όσοι μπόρεσαν έφυγαν έγκαιρα για την Ελλάδα και τη Ρωσία, ακολούθησαν με ιδιαίτερη δυσκολία οι επιζήσαντες του αντάρτικου αποδεκατισμένοι, ενώ σπανίζουν οι περιπτώσεις διασωθέντων από τα καραβάνια των εκτοπισμένων. Ο τραγικός απολογισμός εκτιμάται πως είναι 353.000 νεκρά θύματα καταμετρημένα στον Πόντο και σύμφωνα με τις απογραφές που έκαναν κυρίως οι Μητροπόλεις. Είναι όμως περισσότερα αν λάβει κανείς υπόψη όσους επέζησαν των βιασμών και των βασανιστηρίων. Ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων επιστέγασε τον ξεριζωμό. Τα θύματα σ' αυτήν την πορεία δεν έχουν καταμετρηθεί, ούτε και όσοι φτάνοντας στην Ελλάδα κατέληξαν από όσα είχαν υποστεί πριν και κατά την πορεία τους προς την ελεύθερη ελληνική γη. Θύματα είναι όλοι όσοι θανατώθηκαν, βασανίστηκαν και εκδιώχθηκαν από την πατρώα γη. Οι τακτικές του τουρκικού στρατού είχαν σκοπό τον αφανισμό της φυλής μέσα από μεθοδευμένη γενοκτονία, ανάλογη αυτής των Αρμενίων. Το αντάρτικο του ποντιακού ελληνισμού απέτρεψε την ολοκλήρωσή της.

Ελάχιστο καθήκον όλων μας, είτε καταγόμαστε είτε όχι από τον Πόντο, είναι να αξιώσουμε από τη Διεθνή κοινότητα την αναγνώριση των αξιόποινων πράξεων των Τούρκων ως γενοκτονία και να αποτελέσει εθνικό θέμα μαζί με όσα αφορούν στις άλλες περιοχές της Ελλάδας. Δίπλα στην υπεράσπιση της ελληνικότητας της Μακεδονίας, στο Κυπριακό, στα θέματα της Θράκης και η υπόθεση του Πόντου και της Μικράς Ασίας και των όσων έγιναν σε βάρος του ελληνισμού, πρέπει να συνθέσουν το κατηγορητήριο σε βάρος της Τουρκίας για να έρθει η δικαίωση.

Η μνήμη είναι υποχρέωση, αναφαίρετο δικαίωμα και η λήθη δεν ταιριάζει σε ελληνόψυχους.

(Το παραπάνω κείμενο περιέχει αποσπάσματα από το βιβλίο του Πρωτοπρεσβύτερου Νικόλαου Κυνηγόπουλου " ΠΑΦΡΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ - Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΓΕΝΝΑΙΩΝ")

Πηγή: apollonarneasfc.blogspot.gr

Τμήμα σύνταξης
Pontos-News.Gr