Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

πήγις του μκρό στουν γιατρό



Η θειά Πανάγιω, είχι τουν Σταυράκ μκρόν κι κατουριούνταν τ' νύχτα.
Η θειά η Καλιόπ, είχι τουν Θανασάκ' μκρόν, κι κατουριόταν κι αυτός τ' νύχτα.
Κάθι προυί λοιπόν, άπλουναν τα βριγμένα κι κουβέντιαζαν απ’ του μπαλκόν'.
-«Αχ Καλιόπ, αυτό του μκρό, μι σάπσι τα στρώματα.»
-«Κι τον δκόμ Πανάγιω, ταχιά θα του πάου στουν γιατρό»
-«Πάντου Καλιόπ κι τι θα σι πει, να πεις κι μένα»
Μετά δυο μέρις κι οι δυο, απλών' πάλι τα βριμένα στου μπαλκόν':
-«Μουρή Καλιόπ, του πήγις του μκρό στουν γιατρό, τι σι είπι, σ’ έδουσι κάνα φάρμακου;
-«Μ’ έδουκι Πανάγιω, ένα πουλί καλό φάρμακου. Τώρα του μκρό, δεν κατουριέτι μουνάχα αλλά χέζιτι κιόλας..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου